Ο “χορός της αλλαγής” απαιτεί συντονισμό από δύο πλευρές: από τη μία πλευρά βρίσκονται βέβαια οι πολίτες. Προκαλεί θλίψη το γεγονός ότι πολλοί δεν αντιλαμβάνονται ακόμη και σήμερα ότι αν βουλιάξει η χώρα, θα βουλιάξουν και εκείνοι μαζί της. Τα χρήματα που εξοικονόμησαν επειδή δεν έκοβαν αποδείξεις στους πελάτες τους δεν θα έχουν καμία σημασία, διότι αν το κράτος κηρύξει στάση πληρωμών και βγει από την ευρωζώνη, η επιχείρησή τους πιθανότατα θα χρεοκοπήσει, ή, ακόμη και αν επιβιώσει, οι ίδιοι θα γίνουν πολύ φτωχότεροι (εκτός αν έχουν τη δυνατότητα να μεταναστεύσουν).
Επειδή όμως είναι απίθανο να “αγιάσουν” ξαφνικά όσοι χωρίς αισχύνη απολάμβαναν τις δωρεάν υπηρεσίες που -εκόνες άκοντες - τους παρείχαν μέχρι τώρα με τους φόρους τους οι μισθωτοί και οι ευσυνείδητοι επαγγελματίες (δρόμους, νοσοκομεία, σχολεία, κλπ.), είναι απολύτως απαραίτητο να βάλει το χεράκι του και το κράτος. Αυτή τη στιγμή, αντί να δίνονται κίνητρα για τη συμμόρφωση με το νόμο, βρίσκονται σε ισχύ αντικίνητρα. Για παράδειγμα, οι εισφορές που πρέπει να πληρώνει ο ιδιοκτήτης μίας συνοικιακής καφετέριας, ή ενός μικρομεσαίου κομμωτηρίου για να ασφαλίσει “κανονικά” όλους τους εργαζομένους του, δεν είναι απλώς εξωφρενικές. Η πληρωμή τους θα καθιστούσε την επιχείρηση μη βιώσιμη. Επιπλέον, οι εισφορές που θα πρέπει να πληρώνει ένας νεαρός εργαζόμενος με μπλοκάκι στον ΟΑΕΕ είναι τόσο μεγάλες, ώστε δεν του μένει τίποτε για να ζήσει. Επίσης, μέχρι σήμερα, οι περιορισμοί στις απολύσεις ήταν τόσο ισχυροί, ώστε να αποθαρρύνουν τους εργοδότες από το να προσλαμβάνουν υπαλλήλους, καθώς η πρόσληψη ισοδυναμούσε με “γάμο”. Έτσι, δεν είναι ν' απορεί κανείς που η μαύρη εργασία οργιάζει. Ανάλογα αντικίνητρα για συμμόρφωση με τους νόμους, βρίσκει κανείς σε όλους τους τομείς της λειτουργίας του ελληνικού κράτους: όταν οι μισθοί των γιατρών του ΕΣΥ είναι εξευτελιστικοί, ο πειρασμός του φακέλου μεγαλώνει, όταν οι κρατήσεις για την παροχή μίας υπηρεσίας φτάνουν το 43% (23% ΦΠΑ και 20% παρακράτηση φόρου), ο πειρασμός της φοροδιαφυγής φουντώνει και ούτω καθεξής...
Φυσικά, ένα αδίκημα παραμένει πάντοτε αδίκημα, κολάσιμο ηθικά και ποινικά. Δεν χρειάζεται να επιβραβεύεται ο πολίτης επειδή συμμορφώθηκε με το νόμο. Τουλάχιστον όμως, ας μην τιμωρείται.
Αν γίνουν βελτιωτικές κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, τότε η κυβέρνηση θα έχει κάνει το χρέος της. Το μπαλάκι στη συνέχεια θα περάσει στην κοινωνία, η οποία θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να σωθεί, ή αν θα επιμείνει ακάθεκτη στην πορεία της προς το παγόβουνο...