- Ο ανιψιός του εθνάρχη
Στις 30 Δεκεμβρίου 2013, ένας πρώην υπουργός Μεταφορών θα καταδικαζόταν σε εξαγοράσιμη ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών για πλαστογραφία και 3.000 ευρώ πρόστιμο για παραβίαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Λίγες μέρες νωρίτερα είχε συλληφθεί να οδηγεί ανασφάλιστο πολυτελές τζιπ με πλαστές πινακίδες, με αποτέλεσμα να προκαλέσει και τη διαγραφή του από το κόμμα του για αντιδεοντολογική συμπεριφορά.
(Σημείωση: Το ότι καταδικάστηκε για το συγκεκριμένο αδίκημα, ενώ διετέλεσε υπουργός Μεταφορών για τριάμισι χρόνια, αποτελεί ειρωνεία της τύχης και χαρακτηριστικό της νεοελληνικής σήψης.)
Για όσους αναρωτιούνται ποιος είναι ο εν λόγω κύριος, μπορούν να τον διακρίνουν σε νεαρά ηλικία στις φωτογραφίες από την άφιξη του αεροπλάνου που δάνεισε ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας στον εθνάρχη για να επιστρέψει τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου στην Ελλάδα από το Παρίσι. Ξεπροβάλλει από την πόρτα, ακριβώς πίσω από τον παράκλητο του ελληνικού λαού. Με τον οποίο είχε και συγγενικό δεσμό, ως γιος της αδερφής του…
Το 1980, όταν ο εθνάρχης θα μεταπηδούσε από την πρωθυπουργία στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα –για να προστατεύσει τη θέση της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ. από τις επικίνδυνες διακηρύξεις των αναδυόμενων πολιτικών δυνάμεων και να λειτουργήσει ομαλά η «συγκατοίκηση» που προέβλεπε το Σύνταγμα που είχε θεσπίσει–, θα τον έπαιρνε μαζί του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, αναθέτοντάς του τη διεύθυνση του ιδιαιτέρου του γραφείου.
Ο καταδικασμένος δεν είχε την τύχη (;) να φέρει ακριβώς το ίδιο ονοματεπώνυμο με τον θείο του, όπως ο άλλος ανιψιός του εθνάρχη. Ο οποίος, λόγω ακριβώς της ταυτόχρονης συγγένειας και συνωνυμίας, θα γινόταν αρχηγός της συντηρητικής παράταξης –το 1997– και κατόπιν πρωθυπουργός –το 2004–, οδηγώντας με την αδράνεια του την Ελλάδα στο χείλος της χρεοκοπίας…
Ερώτημα: Είναι ποτέ δυνατόν να καταλογιστούν ποινικές ευθύνες στον άνθρωπο που κυριολεκτικά έσωσε τη χώρα του με την επιμονή του να την εντάξει ως δέκατο πλήρες μέλος στην ευρωπαϊκή οικογένεια, επειδή ο ένας ανιψιός του καταδικάστηκε για παραβίαση του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, ενώ ο άλλος αποδείχτηκε ακατάλληλος για να κυβερνήσει; Εκ των πραγμάτων όχι, καθώς απεβίωσε χρόνια νωρίτερα. Αλλά, ακόμα κι αν ήταν στη ζωή, πολιτικές και μόνο ευθύνες θα μπορούσαν να του αποδοθούν. Και, μάλιστα, ανεπαίσθητες αν εξεταστούν προσεκτικά τα προηγούμενα γεγονότα…
- Ο… «δεν δικαιούστε διά να ομιλείται»
Στις 28 Φεβρουαρίου 1989 θα αποκαλυπτόταν ότι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είχε λάβει 2 εκατομμύρια δολάρια από έναν τραπεζίτη (μόλις 35 ετών, που με πλαστά στοιχεία είχε προσληφθεί στην τράπεζα την οποία εξαγόρασε για να υπεξαιρέσει 33,5 δισ. δραχμές). Κατά τη διάρκεια της δίκης που θα ακολουθούσε στο Ειδικό Δικαστήριο, θα υφίστατο σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, για να καταλήξει λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο.
Με τον θάνατο να τον λυτρώνει από τη διαφαινόμενη καταδίκη του για τις βαριές κατηγορίες που τον βάρυναν (υπόθαλψη εγκληματία, παθητική δωροδοκία και αποδοχή προϊόντων εγκλήματος από ιδιοτέλεια).
Ένας πολιτικός γνωστός στο πανελλήνιο για το αλήστου μνήμης «δεν δικαιούστε διά να ομιλείτε», που απηύθυνε από το βήμα της Βουλής στα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αναμφίβολα, ένα όχι τυχαίο στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος. Δεύτερος τη τάξει με απόφαση του πρώτου, ο οποίος τον είχε ορίσει αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, με ευθύνη την επίβλεψη και τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου. Θέση που θα διατηρούσε για περισσότερο από έναν χρόνο, την περίοδο 1987-1988.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, τον Σεπτέμβριο του 1988, κατά τη διάρκεια της παραμονής του πρωθυπουργού στο εξωτερικό για τη διενέργεια καρδιοχειρουργικής επέμβασης, εκείνος ήταν που θα τον αντικαθιστούσε στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, εκφωνώντας την καθιερωμένη ομιλία του.
Προηγούμενα, είχε διατελέσει υπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης (1981-1984) και υπουργός Εσωτερικών (1984-1987). Παράλληλα με την αντιπροεδρία, υπουργός Δικαιοσύνης (1987-1988). Και, μετέπειτα, εκ νέου υπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης (1988-1989), θέση από την οποία φημολογείται ότι επεξεργάστηκε τον επαίσχυντο εκλογικό νόμο με τον οποίο η χώρα θα συρόταν σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις σε διάστημα μικρότερο των δέκα μηνών για να προκύψει τελικά αυτοδύναμη κυβέρνηση με οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
(Σημείωση: Είθισται ο εκλογικός νόμος να χρεώνεται στον εκάστοτε υπουργό Εσωτερικών, που εν προκειμένω δεν ήταν άλλος από τον πρωταγωνιστή του επόμενου παραδείγματος.) Επίσης, μαρτυρίες συγκλίνουν ότι ήταν εκείνος που έπεισε τον πρωθυπουργό σε δύο καίριες αποφάσεις του: Πρώτον, να υπαναχωρήσει από την αρχική του θέση να ανανεώσει τη θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας το 1985 (προκαλώντας την παραίτηση του πρώτου πολίτη της χώρας και τον ευτελισμό του θεσμού) και, δεύτερον, να διακόψει αιφνιδίως το πρώτο σταθεροποιητικό πρόγραμμα της ελληνικής οικονομίας το 1987 (προκαλώντας την παραίτηση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και τον τορπιλισμό των θυσιών του ελληνικού λαού πριν αποδώσουν καρπούς). Πολιτικά εγκλήματα που διαπράχθηκαν για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους.
Ο οφθαλμοφανής καταστροφικός εναγκαλισμός του αντιπροέδρου με τον τραπεζίτη καθιστούσε αδύνατη από ένα σημείο και πέρα την κάλυψή του από το κυβερνών κόμμα. Το οποίο αρχικά θα τον απομάκρυνε από το κυβερνητικό σχήμα, εν συνεχεία θα τον απέκλειε από τους εκλογικούς συνδυασμούς και εν τέλει θα τον διέγραφε και από τα μητρώα του.
Το περιώνυμο σκάνδαλο με το επώνυμο του μεγαλοαπατεώνα θα περνούσε στην ιστορία και για την παραπομπή του τότε πρωθυπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο από το ελληνικό κοινοβούλιο.
Συγκεκριμένα, το μακροσκελές κατηγορητήριο προς τον πρωθυπουργό περιελάμβανε τέσσερα αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος: ηθική αυτουργία σε απιστία για την εντολή σε διοικητές των ΔΕΚΟ να προχωρήσουν σε καταθέσεις στη συγκεκριμένη τράπεζα, ηθική αυτουργία σε απιστία για την εντολή στον υπουργό Οικονομικών να προχωρήσει σε χαριστική ρύθμιση των χρεών ενός επιχειρηματία, παθητική δωροδοκία για την είσπραξη 110 εκατομμυρίων δραχμών από τον κατηγορούμενο τραπεζίτη (σ.σ.: η διαβόητη υπόθεση των πάμπερς, τα χαρτοκιβώτια των οποία υποτίθεται ότι περιείχαν τα χρήματα που στάλθηκαν στην πρωθυπουργική κατοικία) και αποδοχή προϊόντων εγκλήματος από ιδιοτέλεια για το προηγούμενο.
Ο πρώην πρωθυπουργός θα αθωωνόταν τελικά από το Ειδικό Δικαστήριο. Με την πολυσυζητημένη οριακή πλειοψηφία 7-6 να αφορά μόνο την κατηγορία για την εντολή στους διοικητές των ΔΕΚΟ (κατηγορία, μάλιστα, που είχε μετατραπεί από κακούργημα σε πλημμέλημα και ως τέτοια θα απορριπτόταν οριακά). Και όχι τα υπόλοιπα αδικήματα, που ήταν τα σοβαρότερα και στα οποία οι αθωωτικές πλειοψηφίες ήταν ευρύτερες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εθνάρχης είχε μεταδώσει μέσω κύκλων στον Τύπο την αντίθεσή του στην παραπομπή με τη μνημειώδη φράση: «Έναν πρωθυπουργό δεν τον δικάζεις, τον στέλνεις σπίτι του». Εκ των υστέρων, σχεδόν όλοι, ακόμα και οι πρωτεργάτες, ομονοούν ότι η δικαστική δίωξη του προέδρου της κυβέρνησης ήταν λάθος. Για την ακρίβεια, ήταν τόσο εσφαλμένη όσο ορθή ήταν εκείνη του –καταφανώς ένοχου– αντιπροέδρου.
Φυσικά, η αθώωση του λεγόμενου «χαρισματικού ηγέτη» από ποινικές ευθύνες κάθε είδους δεν θα τον απαλλάξει ποτέ από τις πολιτικές. Εν προκειμένω, την επιλογή του συγκεκριμένου προσώπου για την ανάθεση της αντιπροεδρίας και των υπόλοιπων νευραλγικών υπουργείων. Όπως και την προώθηση στα ηγετικά κλιμάκια ενός άλλου, παρόμοιου ήθους, σημερινού ένοικου των φυλακών Κορυδαλλού, την περίπτωση τού οποίου εξετάζουμε παρακάτω…
- Ο παρ’ ολίγον πρωθυπουργός
Στις 7 Οκτωβρίου 2013, ένας πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας θα καταδικαζόταν σε ποινή κάθειρξης είκοσι ετών για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, είχε λάβει περίπου 54 εκατομμύρια ευρώ (!) σε μίζες από τα εξοπλιστικά προγράμματα κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Άμυνας (1997-2001).
Αρκετά χρόνια πριν, τον Ιανουάριο του 1996, η χώρα είχε γλιτώσει παρά τρίχα την εκλογή του στο αξίωμα του Πρωθυπουργού. Μόλις 11 ψήφοι ήταν η διαφορά του από τον νικητή στον δεύτερο γύρο της ψηφοφορίας της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος για την ανάδειξη νέου πρωθυπουργού.
Με σχεδόν όλους τους οπαδούς του παραιτηθέντος να προωθούν τη δική του υποψηφιότητα για τη διαδοχή σε κυβέρνηση και κόμμα. (Σημείωση: Θα ακολουθούσε άλλη μία μάχη, για την προεδρία, στο συνέδριο του κόμματος. Την οποία θα έχανε πάλι οριακά, συγκεντρώνοντας την υποστήριξη του 47,6% των συνέδρων.)
Πώς να κατηγορήσει, όμως, κάποιος τους αυλικούς και κομματάρχες για την επιμονή τους να εκλέξουν πρωθυπουργό της χώρας και πρόεδρό τους ένα πρόσωπο που θα αποδεικνυόταν τόσο φαύλο; Ο ηγέτης τους δεν ήταν εκείνος που είχε επιμείνει να τον εκλέξει Γραμματέα του κόμματος το 1990, παρότι η Κεντρική Επιτροπή τον είχε φέρει μόλις 18ο σε σταυρούς; Κι ακόμη, εκείνος που τον είχε εξουσιοδοτήσει να τον αντικαθιστά, ως αναπληρωτής πρωθυπουργός, τους τελευταίους μήνες πριν από την περιπετειώδη παραίτησή του; Μ’ αυτήν την εξουσιοδότηση, ο σημερινός κάτοικος του Κορυδαλλού θα εκπροσωπούσε την Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Μαδρίτη το 1995…
Το υπουργείο Εσωτερικών, στο οποίο βρισκόταν τότε, ήταν ένα μόνο από τα πολλά που του είχε εμπιστευτεί τα προηγούμενα χρόνια ο απόλυτος αρχηγός.
Αναλυτικά, είχε διατελέσει Υπουργός Δημοσίων Έργων (1981-1984), παρά τω Πρωθυπουργώ (1984-1985), Εργασίας (1985), Προεδρίας (1985-1987), Εσωτερικών (1987-1989, ψηφίζοντας τον εκλογικό νόμο της ακυβερνησίας), Δημοσίας Τάξης (1989), Μεταφορών και Επικοινωνιών (1989-1990) και εκ νέου Εσωτερικών (από το 1993 έως τη μετακίνησή του στο υπουργείο όπου αποδεδειγμένα θα διέπραττε εγκληματικές πράξεις).
Τώρα, ο εσωκομματικός του αντίπαλος, που είχε καταφέρει να κερδίσει τις εξαιρετικά δύσκολες μάχες μαζί του, στην κοινοβουλευτική ομάδα και στο συνέδριο, έχει ευθύνες για τα όσα έλαβαν χώρα στο υπουργείο Άμυνας τα χρόνια της πρωθυπουργίας του; Ποινικές, ασφαλώς όχι. Πολιτικές, ασφαλώς ναι. Αλλά πόσες;
Πώς θα μπορούσε να αφήσει εκτός κυβέρνησης τον άνθρωπο που ο ιδρυτής του κόμματος και οι πέριξ αυτών ήθελαν όσο τίποτα άλλο στην καρέκλα του και ο οποίος θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ρίξει την κυβέρνηση ή/και να διασπάσει το κόμμα; Η απάντηση είναι προφανής, αλλά σήμερα ορισμένοι δεν διστάζουν να αποδίδουν ακόμα και ποινικές ευθύνες στον τότε πρωθυπουργό για την ιδιότυπη συγκατοίκηση με τον αντίπαλό του. Για όσους αμφιβάλλουν για την επιρροή του προσφάτως καταδικασθέντος, αξίζει να ανατρέξουν στα αρχεία των εφημερίδων για να εντοπίσουν μία δήλωσή του τις παραμονές των ευρωεκλογών του 1999, στην οποία έλεγε ότι θα ετίθετο θέμα ηγεσίας, αν η διαφορά από το πρώτο κόμμα ξεπερνούσε τις τρεις ποσοστιαίες μονάδες…
Στην πραγματικότητα, αν έπρεπε να αποδοθούν πολιτικές ευθύνες στον τότε πρωθυπουργό, θα έμοιαζε πιο λογικό να εστιάσουν στο ότι τον διατήρησε στο κυβερνητικό σχήμα μετά την ανανέωση της λαϊκής εντολής στις βουλευτικές εκλογές του 2000. (Σημείωση: Για την ακρίβεια, τον διατήρησε στο ίδιο υπουργείο μέχρι τον ανασχηματισμό του 2001, με τον οποίο τον μετακίνησε στο υπουργείο Ανάπτυξης, όπου και θα έμενε μέχρι το τέλος της τετραετίας.)
Αποτιμώντας τις εν γένει πολιτικές ευθύνες ενός πρωθυπουργού, να θυμηθούμε μήπως ότι ακόμα κι ο διάδοχος υποχρεώθηκε –λίγο πριν αποχωρήσει από την πρωθυπουργία– να ανακαλέσει τον βαρύ χαρακτηρισμό «αρχιερέας της διαπλοκής» για τον προκάτοχό του; Άραγε να αντιλήφθηκε κι εκείνος, από την εμπειρία που αποκόμισε, την αδυναμία του εκάστοτε ενοίκου του Μεγάρου Μαξίμου να ελέγξει καθ’ ολοκληρία τα φαινόμενα της διαφθοράς ή να υποκαταστήσει κατ’ οποιονδήποτε τρόπο το έργο της Δικαιοσύνης;
Υπ’ αυτήν την έννοια, και η επαναλαμβανόμενη προτροπή του αποκαθηλωμένου από την κατηγορία του «αρχιερέα» αποδείχτηκε προφητική: «Όποιος έχει στοιχεία να τα καταθέσει στον εισαγγελέα». Πράγματι, όταν ήρθαν στην επιφάνεια, χάρη στο θάρρος και την τόλμη που επέδειξαν εκδότες και δημοσιογράφοι, οι εισαγγελικές αρχές έλαβαν δράση οδηγώντας τον εσωκομματικό του αντίπαλο και παρ’ ολίγον πρωθυπουργό στη φυλακή.
Όλοι ευχόμαστε να μπορέσουν να δεθούν και άλλα στοιχεία για τις γκρίζες υποθέσεις που αφορούν πολιτικά πρόσωπα όχι μόνο εκείνης αλλά οποιασδήποτε περιόδου, ώστε να αποκατασταθεί η αλήθεια και η δικαιοσύνη.
Όμως, η λάσπη στον ανεμιστήρα, η διάχυση ευθυνών και, χειρότερα, η σύγχυση ποινικών και πολιτικών δεν βοηθά καθόλου στη διαφάνεια και την ομαλή λειτουργία της πολιτικής ζωής του Τόπου. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι…
Υ.Γ. Γιατί οι σημερινοί οδοστρωτήρες αποσιωπούν επίσης ότι ο τότε πρωθυπουργός, με την οσμή και μόνο φαινομένων διαφθοράς, δεν δίστασε να απομακρύνει από το περιβάλλον του ακόμα και στενότατους συνεργάτες του, όπως το θεωρούμενο δεξί του χέρι, τον λεγόμενο «στρατηγό» (που χρόνια αργότερα θα ομολογούσε ότι έλαβε μεγάλο χρηματικό ποσό από γερμανική εταιρεία με προορισμό τα ταμεία του κόμματος) ή τον σύμβουλο Τύπου (μετά από δημοσίευμα εφημερίδας που τον κατονόμαζε για παρέμβαση στο ΣΔΟΕ με σκοπό τη διαγραφή σημαντικού χρέους πασίγνωστου τραγουδιστή προς το Δημόσιο;)