Η αιφνιδιαστική συμφωνία Αυστραλίας-ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου (AUKUS) της προηγούμενης εβδομάδας, σε συνέχεια της επίσης αιφνιδιαστικής (;) αποχώρησης των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, κατέδειξε ποιες είναι οι νέες προτεραιότητες της υπερδύναμης και πώς τις προσεγγίζει. Θα φανεί στη συνέχεια, τι ακριβώς θα σημάνουν όλα αυτά για το ΝΑΤΟ, κατά πόσο η συμμαχία θα είναι σε θέση να λειτουργεί με τους όρους και τους συσχετισμούς της μεταπολεμικής περιόδου και του διαστήματος που ακολούθησε την κατάρρευση του ανατολικού σοσιαλιστικού μπλοκ. Δύσκολα πάντως τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι τα ίδια.
Έχει μία σημασία υπό αυτό το πρίσμα, ότι η AUKUS σήμανε και την ακύρωση εκ μέρους της Αυστραλίας, ενός εξοπλιστικού προγράμματος μαμούθ, ύψους περίπου 30 δισ. ευρώ για την προμήθεια γαλλικών υποβρυχίων.
Και υπό το ίδιο πρίσμα θα πρέπει να αξιολογηθεί η σχεδόν ταυτόχρονη και εσπευσμένη συμφωνία στρατηγικής στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας.
Είχε την συμβολική του αξία το γεγονός ότι μία μόλις ημέρα έπειτα από την σχεδόν ντροπιαστική για την Ευρώπη συμφωνία AUKUS, πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η σύνοδος των ευρωπαϊκών μεσογειακών κρατών. Ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή συνάντηση ηγετών στην σκιά της αμερικανικής μεταστροφής και η διακήρυξη της Αθήνας, ειδικώς σε ό,τι αφορά τα σημεία που αφορούν την τουρκική παραβατικότητα, ήταν ένα σαφές μήνυμα.
Ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει όμως η συνάντηση Μακρόν - Μητσοτάκη στο Παρίσι και η συμφωνία της Τρίτης για την προμήθεια των 3+1 φρεγατών, σε συνέχεια της αγοράς των Rafale, προ μερικών μηνών, σε συνδυασμό με την ευρύτερη συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος αυτής της συμφωνίας φτάνει τα 5 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η Γαλλία χάνει τα 30 δισ. ευρώ από την προμήθεια των υποβρυχίων στην Αυστραλία, το γεγονός δεν είναι ασήμαντο. Μπορεί να μην αντισταθμίζει τις απώλειες της, όμως ευκαταφρόνητη εξέλιξη δεν είναι.
Στη σκιά όλων αυτών, μία άλλη συζήτηση αξίζει την προσοχή όλων. Οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για την επέκταση της Αμοιβαίας Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, μοιάζει να συναντά κάποια εμπόδια. Έως και προ μερικών εβδομάδων φαινόταν ότι τα πράγματα θα έτρεχαν γρήγορα, η συμφωνία θα διανθιζόταν με νέα στοιχεία και θα επεκτεινόταν σε βάθος πενταετίας, ενώ έως σήμερα η ανανέωση γινόταν σε ετήσια βάση.
Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα θα δείξει πολλά.
Κάποια στοιχεία όμως επιτρέπουν ήδη μερικά συμπεράσματα. Η Ελλάδα, μέσω της συμφωνίας με τη Γαλλία, βρίσκεται στην αιχμή της συζήτησης για την στρατιωτική και στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση κάνει μία σαφή επιλογή και στο περιβάλλον ρευστότητας και αναδιατάξεων στην Ευρώπη, προσδένεται ξεκάθαρα στο γαλλικό άρμα. Και βάσει των όσων τουλάχιστον προβλέπονται από τη συμφωνία, αποκτά έναν στρατιωτικό εταίρο, σε περίπτωση κατά την οποία η χώρα μας δεχθεί επίθεση, ακόμη και από κράτος μέλος του ΝΑΤΟ. Η παράμετρος αυτής εμπεριέχει και έναν βαθμό πρωτοφανούς εξοπλιστικής εξάρτησης της Ελλάδας από μία και μόνο χώρα, αλλά προς το παρόν μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι πρόκειται για στρατηγική και μελετημένη επιλογή.
Όλα αυτά συνιστούν ιστορικών διαστάσεων εξελίξεις.
Οι μεταπολεμικές ισορροπίες και προτεραιότητες αναδιατάσσονται και οι συμμαχίες επανακαθορίζονται.
Σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς ρευστότητας, Γαλλία και Ελλάδα φαίνεται ότι κινούνται πολύ ταχύτερα από την υπόλοιπη Ευρώπη. Και το ότι η χώρα μας είναι ενεργός «παίχτης» σε αυτό το παιχνίδι, μόνο ως θετική εξέλιξη μπορεί να αξιολογηθεί.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr