Στην περίπτωση Μελά, λόγου χάριν, περίσσευσε η χλεύη για το πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ψηφίζει αρνητικά σήμερα, αλλά να δηλώνει ότι θα κινηθεί «προς θετική κατεύθυνση» μεθαύριο. Με την αναγνώριση ότι ο χρόνος μεταστροφής είναι εν προκειμένω όντως βραχύς, θα μου επιτραπεί, ωστόσο, να σημειώσω ότι οι αλλαγές τέτοιου τύπου, ου μην αλλά και οι κωλοτούμπες, είναι συνήθεις αν εκτείνουμε λίγο τον χρόνο – όπως π.χ. αν δούμε τη στάση της Ν.Δ. έναντι του μνημονίου τον Μάιο 2012 σε σύγκριση με εκείνη μετά δεκαπενθήμερο, για να μη μιλήσω για τους κνίτες του κάπως απώτερου παρελθόντος που ομνύουν σήμερα στον Στουρνάρα. Η λήθη του χτες δεν είναι, στις περιπτώσεις αυτές, παρά βολικό άλλοθι, όπως όταν ο πόνος μιας οδυνηρής χυλόπιτας εξωραΐζεται σταδιακά μέσα από την οικοδόμηση της πεποίθησης (ψευδαίσθησης) ότι αυτήν τη γυναίκα τελικώς δεν τη θέλαμε στ’ αλήθεια.
Στην περίπτωση Μελά, η προσήκουσα αντίρρηση όφειλε, λοιπόν, να εστιαστεί άλλού. Έχοντας την τύχη να γνωρίσω άνθρωπο που εννοεί τα ποσοστά (βλέπε εδώ), εξεπλάγην που ουδείς επισήμανε στον εν λόγω εθνοπατέρα ότι, ενώ είπε πως κινούνταν μεταξύ ναι και όχι σε ποσοστά 80-20%, ψήφισε όχι («παρών») στην πρώτη ψηφοφορία, με αποτέλεσμα το 20% να γίνει αμέσως 33% και κάτι- αφού προβλέπονται μόνο τρεις ψηφοφορίες (και όχι πέντε). Αυτά δεν είναι σωστά πράγματα – και εκεί έπρεπε να επικεντρωθεί η κριτική.
Κατά τα άλλα, η μεταστροφή της ψήφου μπορεί, ίσως, να εξηγηθεί. Λίγες ώρες πριν από την πρώτη ψηφοφορία οι μπούκις έδιναν στο όβερ (ήτοι πάνω από 164 «ναι») απόδοση περίπου 2,14, ενώ στο άντερ (κάτω από 164) γύρω στο 1,40. Μία υπόθεση εργασίας, λέω τώρα, είναι ότι ο κ. Μελάς έμαθε πως κάποιοι βδελυροί, ποντάροντας και στη δική του εποικοδομητική θέληση, είχαν παίξει το όβερ και είπε να τους τη χαλάσει. Δεν έχω, φυσικά, καμία σχετική πληροφόρηση, αλλά θεωρώ αυτήν την εξήγηση λογική – αν και προσωπικώς επώδυνη: είχα παίξει 1,50 ευρώ στο όβερ και έχασα (για αντιστάθμισμα την επόμενη μέρα δεν πήρα εφημερίδα).
Κριτική επί εσφαλμένης βάσης νομίζω ότι γίνεται και στην υπόθεση Χαϊκάλη. Ανεξάρτητα από το ότι τα εγχρήματα αλισιβερίσια είναι ειλικρινέστερα άλλων συναλλαγών (περισότερα εδώ) , δεν είδα να υπογραμμίζονται ορισμένα σημεία κρίσιμα και στενόχωρα για τη λειτουργία του ελληνικού καπιταλισμού. Εν πρώτοις, όπως και στην υπόθεση Ξουλίδου, ανέμενε κανείς να επισημανθεί ότι το τίμημα 2-3 εκατομμύρια, όταν μιλάμε για ευρώ, πάσχει απροσδιοριστία. Δεν πρόκειται για εκατομμύρια δραχμές, αλλά για απόσταση ανάμεσα σε 680.000.000 και 1.000.000.000 δραχμές – και, παρότι ουδείς αμφιβάλλει ότι τόσο οι επίδοξοι μιζαδόροι όσο και οι αντισυμβαλλόμενοί τους είναι κιμπάρηδες άνθρωποι, η απόκλιση είναι τόσο μεγάλη ώστε να μην υπάρχει προσφορά ορισμένου τιμήματος.
Πέραν αυτού, διαπιστώνει κανείς ότι, ενώ φυσιολογικά η δυσκολία της κυβερνητικής πλευράς να συγκεντρώσει 165 ψήφους στην πρώτη ψηφοφορία θα έπρεπε να έχει ωθήσει αυξητικά το τίμημα (βάσει των κανόνων προσφοράς και ζήτησης), η φερόμενη προσφορά προς τον Χαϊκάλη ήταν μικρότερη: κινήθηκε στα ίδια επίπεδα αλλά μόνο με το ένα τρίτο σε μετρητά (700 ζεστά) και το υπόλοιπο σε παροχές ανακούφισης από δάνεια, συμβόλαια διαφήμισης κλπ. Αυτή η εξέλιξη μόνο άσχημα πράγματα δείχνει για την οικονομία μας, καθώς καθρεφτίζει πρόδηλη έλλειψη ρευστότητας, η οποία πρέπει να μας προβληματίσει και να οδηγήσει σε άμεση λήψη μέτρων.
Ειλικρινά τρέμω μήπως ζήσουμε και το επόμενο βήμα: η προσεχής καταγγελθησόμενη προσφορά να είναι μόνο ένα εκατομμύριο και αυτό με δωδεκάμηνη μεταχρονολογημένη επιταγή…. Μαύρα Χριστούγεννα!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr