Δεν μπορεί να είμαι ο μόνος που του συμβαίνει αυτό. Συμβαίνει και σε άλλους, σίγουρα. Μέχρι την Πέμπτη, 20 Ιανουαρίου αγωνίζομαι να μάθω πότε θα πάρω τα αποτελέσματα της αξονικής με διάγνωση και οδηγίες, είμαι χάλια, μέσα στον πανικό μου, πάω μόνος μου ύστερα από συνεννόηση με τους γιατρούς μας , την Κυριακή 23 Ιανουαρίου στις 2 το μεσημέρι, στα επείγοντα Ιδιωτικού Θεραπευτηρίου, δεν μπορούν να με νοσηλεύσουν γιατί είμαι θετικός και με στέλνουν με ταξί, στις 3 το μεσημέρι στο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ νοσοκομείο αναφοράς, στον Ευαγγελισμό.
Με παραλαμβάνουν, με βάζουν σε «μισό» φορείο, σ ένα τεράστιο θάλαμο γεμάτο δυστυχείς ανθρώπους, άλλους σε κρεβάτια, άλλους σε φορεία και νοσηλεύτριες να αγωνίζονται φιλότιμα και να τρέχουν πάνω-κάτω, σε μία ώρα μού παίρνουν αίμα, η φλέβα σπάει και γεμίζω αίματα, κάθομαι στη «γωνιά» μου, μια ώρα αργότερα φέρνουν ένα φορητό καρδιογράφο και μου κάνουν καρδιογράφημα, με ξεχνούν άλλη μια ώρα, μετά με πάνε για ακτινογραφία θώρακα, ζητώ ένα Ντεπόν γιατί πονάει το κεφάλι μου φρικτά αλλά αρνούνται να μου δώσουν, πάω στην τουαλέτα και πίνω νερό από τη βρύση του νιπτήρα, ρωτώ για τα αποτελέσματα των εξετάσεων αλλά δε μ ακούει κανείς, γύρω στις 6 παρά τέταρτο το πρωί ακούω ότι θα μας πάνε σε κάποιο άλλο νοσοκομείο, μερικοί φεύγουν για το Σισμανόγλειο, η κακοκαιρία έχει αρχίσει, αναρωτιέμαι πώς θα φτάσουν οι άνθρωποι στο Σισμανόγλειο και πού –και πότε- θα πάω εγώ, μού βάζουν μια «πεταλούδα» που μένει αχρησιμοποίητη, με πάνε για αξονική και μετά, γύρω στις 7 παρά τέταρτο, με εναποθέτουν στο «φορείο μου». Δεν μου έχουν δώσει αποτελέσματα, δεν με έχει δει γιατρός, έχω αγωνία, έχω δύσπνοια και ζητώ λίγο οξυγόνο, μου φέρνουν ένα …οξύμετρο και μου λένε ότι ο κορεσμός είναι καλός και ότι δεν χρειάζομαι οξυγόνο…. οι άνθρωποί μου στο σπίτι έχουν τρελαθεί, ψάχνω να βρω κάπου να φορτίσω το κινητό αλλά δεν υπάρχει και παρατηρώ ότι όλοι οι ασθενείς που βρίσκονταν εκεί, έχουν φύγει εκτός από εμένα. Σηκώνομαι, ψάχνω για κάποιον υπεύθυνο, μια νοσηλεύτρια μου λέει –ελαφρώς χαμογελαστή- «εσύ τι κάνεις ακόμα εδώ;». Της λέω ότι «θα φύγω» γιατί με έχουν ξεχάσει, με ξαναβάζει στη «γωνιά μου», το κεφάλι μου με τρελαίνει, η δύσπνοια με βασανίζει, δεν ασχολείται κανείς μαζύ μου, η βάρδια έχει αλλάξει, έρχονται καινούργιοι νοσηλευτές και αρχίζουν να με ρωτάνε τα ίδια που με είχε ρωτήσει η προηγούμενη βάρδια.
Κουραστήκατε; Η προτελευταία φάση: Στις επτά και τέταρτο και ενώ ο αέρας λυσσομανάει, παίρνω την τσάντα μου και φεύγω «σαν κύριος». Βγαίνω απ΄το προαύλιο. Ψάχνω ταξί, δεν βρίσκω επί 10 λεπτά, μετά βρίσκω κάποιο και με πάει στο σπίτι μου. Παίρνω ένα ντεπόν, κάνω τις εισπνοές μου και ξαπλώνω. Ξυπνάω την ώρα που ο κ. Σκέρτσος κάνει δηλώσεις στο Star. « Όλοι οι συμπολίτες μας που ζήτησαν βοήθεια στα νοσοκομεία μας , εξυπηρετήθηκαν αμέσως. Εγώ τα επισκέφθηκα όλα. Και συγχαίρω θερμότατα το προσωπικό». Χαμογελάω πικρά. Κι εγώ συγχαίρω το προσωπικό γιατί είδα τις προσπάθειες των εργαζομένων. Αλλά ο κ. Σκέρτσος έλεγε ότι του κατέβαινε. Υπάρχει κάπου, στα κιτάπια του Ευαγγελισμού έστω ένα σημάδι, μια ιατρική γνωμάτευση, κάποιο αποτέλεσμα των εξετάσεων που μού έγιναν; Με θυμάται κανείς; Κι αν ναι, γιατί με «ξέχασαν» και δεν μού έδωσαν ούτε ένα ντεπόν; Και σε πόσους άλλους συνέβη άραγε το ίδιο; Σε πόσα νοσοκομεία αναφοράς; Όχι ότι οι γιατροί και οι νοσηλευτές δεν προσπαθούσαν. Αλλά όχι και ότι «όσοι ζήτησαν βοήθεια, εξυπηρετήθηκαν αμέσως» κύριε Σκέρτσο μου. Ευτυχώς δηλαδή που είχα και «γερή κράση» και «καλό κορεσμό».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr