Είτε το ξέρουν είτε όχι, είτε θέλουν να το καταλάβουν, είτε όχι, μια μειονότητα των Ελλήνων, η μειονότητα του ομοφυλόφιλου σεξουαλικού προσανατολισμού, δεν ζούνε καλά μέσα στην οικογένεια τους, δεν ευημερούν, παρά απλά επιβιώνουν με χίλιους δυσλειτουργικούς τρόπους μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο της, πλειοψηφικά, ετεροφυλόφιλης ελληνικής οικογένειας, και κατ' ανάγκη μέσα στον ευρύτερο εχθρικό στρατόπεδο της πλειοψηφικά ετεροφυλόφιλης ελληνικής κοινωνίας.
Έφυγα από την Ελλάδα στα 19, ένας κοινωνικός, και όχι οικονομικός, πρόσφυγας, γιατι δεν μπορούσα να φανταστώ την ζωή μου στην Αθήνα, εάν και όταν η οικογένεια μου και οι φίλοι μου θα μάθαιναν ότι μου άρεσαν ερωτικά τα άτομα του ίδιου φύλου. Έζησα στο εξωτερικό μισό αιώνα, τον περισσότερο καιρό στην αμερικανική μεγαλούπολη του Λος Άντζελες, και επέστρεψα στην Αθήνα πριν λίγα χρόνια, συνταξιούχος, με τρομερή νοσταλγία για κάθε τι το ελληνικό, και με τρομερή λαχτάρα να χαρώ τα αγαπημένα μου πρόσωπα, την οικογένειά μου και τους παιδικούς μου φίλους πριν μας τελειώσει όλων η ζωή. Και βρήκα την Αθήνα, όχι μόνο μια γενιά πίσω σε σχέση με το Λος Άντζελες στο θέμα της ομοφοβίας, παρά δύο γενιές πίσω. Και το εχθρικό στρατόπεδο, για κάθε άτομο που δεν συμπεριφέρεται αμετανόητα ετεροφυλοφιλικά, να κυριαρχεί σε όλη την επικράτεια, αλλά με ουσιαστικό επίκεντρο της εχθρότητας, την ελληνική οικογένεια.
Σαν τον Διογένη, πρέπει να ψάξει κανείς πολύ, παντού και μάταια εντός της επικράτειας, ακόμα και στην Αθήνα, για να βρει κανείς ένα ομοφυλόφιλο άτομο στην Ελλάδα που να μη ζει κρυφά την ερωτική του ζωή, είτε είναι ενγαμοι είτε είναι άγαμοι. Τι ζωή μπορεί να κάνει κανείς μέσα σε ένα τέτοιο κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον που είναι τόσο εχθρικό απέναντι στην έννοια και την παρουσία του διαφορετικού ερωτισμού και της διαφορετικής αγάπης?
Η ελληνική οικογένεια προσφέρει δύο ανυπερέβλητα αγαθά στην ελληνική κοινωνία, τα οποία έχουν προστατεύσει τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία από το να μετατραπεί σε μια κοινωνική ζούγκλα αυτά τα οχτώ χρόνια της οικονομικής κρίσης και εξωτερικής χρηματοπιστωτικής εκμετάλλευσης. Αυτά τα δύο αγαθά είναι η απεριόριστη οικονομική αλληλεγγύη και η αναμφισβήτητη παροχή οικογενειακής στέγης. Μια οποιαδήποτε άλλη χώρα θα είχε εκραγεί και θα είχε ξεχαρβαλωθεί πλήρως σαν κοινωνία εάν δεν είχε αυτό το θεάρεστο κοινωνικό υπόβαθρο να υποστηρίζει όλους και όλες.
Μακροχρόνια, και ιστορικά, είναι επίσης ξεκάθαρο, τουλάχιστον στον γενικώς ιστορικά αδαή γράφοντα, ότι η εκκλησία ήταν ο βασικός παράγοντας που διαφύλαξε ανά τους αιώνες και χιλιετηρίδες την ελληνική γλώσσα και την ταυτότητα του ελληνικού έθνους.
Και όμως, στην τωρινή εποχή, αυτές οι δύο πανίσχυρες κοινωνικές δυνάμεις, που στήριξαν και στηρίζουν τον ελληνικό λαό, αλλά και το κράτος, τόσο δυναμικά, με το άλλο τους προσωπείο, το καταστροφικά αρχαϊκό, κρατούν αιχμάλωτη μέσα στο εχθρικό οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον μια σημαντική μειονότητα του ελληνικού λαού, που πάσχει, που θεωρεί τον εαυτό της απόβλητη, που αναγκαστικά κρύβεται ακόμα και σε ένα γάμο με σύζυγο και παιδιά, που βασικά δεν είναι αυτόνομη, δεν εξουσιάζει την ζωή της, που βασικά καταφεύγει σε αναγκαστικές επιλογές, που δυατυχώς απλά επιβιώνει, αιχμάλωτη μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο της ελληνικής οικογένειας και της ελληνικής κοινωνίας.
Έως πότε;
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr