Επειτα από ένα Σαββατοκύριακο ανοιχτού πολέμου με το ΔΝΤ και τα άκυρα (και άκαιρα) επινίκια του Πρωθυπουργού ενώπιον της κοινοβουλευτικής του ομάδας, η εικόνα που διαμορφώνεται είναι σαφής: οι όποιες διαφορές και διαφωνίες μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ μπήκαν στο ψυγείο, Μέρκελ και Λαγκάρντ «τα βρήκαν» και συμφώνησαν εκ προοιμίου ότι το Ταμείο θα παραμείνει στο πρόγραμμα, η συζήτηση για το χρέος ματαιώθηκε (ή μάλλον επιβεβαιώθηκε ότι ποτέ δεν επρόκειτο να γίνει - τουλάχιστον όχι όπως την είχε ονειρευτεί ο Τσίπρας), το Grexitεπανήλθε στην ημερήσια διάταξη και την διεθνή αρθρογραφία, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός χαρακτηρίζεται χωρίς επιφυλάξεις από τον διεθνή Τύπο κάτι μεταξύ υπαιτίου για την υποκλοπή της συζήτησης Τόμσεν - Βελκουλέσκου και αναξιόπιστου, ανεύθυνου και καιροσκόπου (βλ. Financdial Times της Δευτέρας).
Σε αυτήν την όμορφη ατμόσφαιρα, οι κολλητοί του Τσίπρα, όπως ο Παππας και ο μπαμπάς του, εμφανίζονται στις τηλεοράσεις και περιγράφουν ένα κάτι-σαν-success story της κυβέρνησής τους, ενώ παράλληλα (όσο κι αν φαίνεται άσχετο, δεν είναι) η ΕΣΗΕΑ επιβάλλει ποινές διαγραφής σε κάποιους δημοσιογράφους για τη θέση και τις απόψεις που εξέφρασαν στην περίοδο του θλιβερού δημοψηφίσματος και οι οποίες δεν ήταν της αρεσκείας της κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, ένα φαινόμενο που είχε να παρατηρηθεί πολλές δεκαετίες μοιάζει να εξαπλώνεται. Σχεδόν σε κάθε ιδιωτική συζήτηση, κάποια στιγμή τίθεται το ερώτημα, με διάφορες διατυπώσει και εντάσεις: «Πόσο λες να αντέξει (σ.σ. ο Τσίπρας και η κυβέρνηση);», «πότε πέφτουν;», «πού το πάει;».
Όσο κι αν μοιάζει με υπερβολή, αναζητήσεις και αγωνίες τέτοιου Τύπου κυριαρχούσαν κυρίως κατά την περίοδο της χούντας. Το δυστύχημα είναι ότι, όπως τότε, έτσι και σήμερα, κάτι άλλο μοιάζει να έχει εξαπλωθεί: η απάθεια - σε βαθμό παραίτησης - των πολιτών, σε συνδυασμό με την απουσία κάποιας πρότασης αξιόπιστης και λογικής για το μέλλον της χώρας από τις «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις».
Υπό αυτές τις συνθήκες και καθώς οι προβλέψεις και οι προφητείες είναι μάλλον άσκοπες στην περίπτωση του Τσίπρα, οι διαφαινόμενη εξέλιξη είναι η σημερινή κυβέρνηση να περάσει κάποια στιγμή κάποια μέτρα, έστω κι αν εξωθήσει την «διαπραγμάτευση» σε οριακό σημείο και πάντως αφότου εξαντλήσει τα όρια και τις δυνατότητες κάθε προπαγανδιστικής πρακτικής.
Σε αυτό το σενάριο, η απουσία πολιτικών μεγεθών - έστω του «διαμετρήματος» Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου, Γλέζου κλπ. - δημιουργεί την αίσθηση πως ό,τι έλθει στην Βουλή θα περάσει, με μία επιφύλαξη: ότι θα υπάρξουν κάποιοι που θα καταλάβουν ότι ούτως ή άλλως είναι πολιτικά τελειωμένοι και θα προτιμήσουν μία ώρα αρχύτερα να διαχωρίσουν τη θέση τους. Πιθανώς αυτό να συνδυαστεί με παραίτηση και από την βουλευτική ιδιότητα, οπότε ο Τσίπρας πάλι έχει, θεωρητικά, περιθώρια να περάσει ό,τι φέρει προς ψήφιση.
Από εκεί κι έπειτα, φαίνεται πως θα επιδράσει μία άλλη παράμετρος: όσοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ βάψουν τα χέρια τους με το «μνημονιακό αίμα», θα αρχίσουν να ανησυχούν για το πώς θα εμφανιστούν στο καφενείο αμέσως μετά χωρίς να εισπράττουν χλεύη, αποδοκιμασίες, ύβρεις και περιφρόνηση. Με βάση αυτό, κάποιοι πιθανώς να κλονιστούν σοβαρά τους αμέσως προσεχείς μήνες και οι εξελίξεις να έλθουν μετά την ψήφιση των μέτρων.
Και επειδή ως γνωστόν το καφενείο είναι το λίκνο του πολιτικού οργανισμού που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ, η παράμετρος αυτή δεν θα πρέπει ποτέ να παραγνωρίζεται.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr